Tuesday, December 17, 2013

Όπου φύγει φύγει...





Αγαπητέ αναγνώστη (και τώρα ορθώς σου μιλάω σε πρώτο ενικό, διότι τόσο καιρό που έχω να γράψω, ένας θα έχεις μείνει), μάντεψε πού είμαι. Να το πάρει ο Πηνειός?
Στο αεροπλάνο, θέση 12Α, πτήση για Αμπού Ντάμπι. Μεγάλη μπουκιά φάε, μεγάλο λόγο μην πεις, δε λένε? Ε, καλά λένε. (Παρακολουθείς ότι χρησιμοποιώ σημεία στίξης της αγγλικής, ιντερνασιονάλε κι έτσι).

Από τη μία πλευρά μου κάθεται ένας κύριος Πακιστανός που μοσχοβολάει μαλακτικό ρούχων (δόξα να ‘χει ο Αλλάχ). Από την άλλη, η Μις Ξίνια 2013. Παλτό Βέρβερις, μπότα Σανέλ, ρολόι Καρτιέ πού ταΐζει δυο χωριά SOS και μύτη ζαρωμένη από την καταφρόνηση, διότι τσινάει ρε παιδί μου το Σανέλ δίπλα στον Πακιστανό. Βάλ’ του ένα Νεοϋορκέζο, έναν Παριζιάνο, έστω ένα Μαδριλένιο, που είναι μπεζουλής και πάει με το καμηλό. Έχει τα δίκια της η κυρία. Μόνο που θέλω να τη ρωτήσω, γιατί μανδάμ δεν πηγαίνατε στη μπίζνες και ήρθατε εδώ με μας την πλέμπα, και πρέπει κι εσείς να βγάλετε 5 ώρες με τη μούρη σαν να μυρίζετε κλούβιο αυγό, κι εμείς να τρώμε την ξίνια σας στα μούτρα?

Monday, September 9, 2013

Σουίτ Χομ Αλαμπάμα





«Σε ζηλεύω», είπε η Αλεξάνδρα με το ονειροπόλο βλέμμα του ανθρώπου που φαντάζεται τη ζωή του όπως θα μπορούσε να είναι. Φυσικά, κοίταξα πίσω από την πλάτη μου να δω σε ποιον μιλούσε. Τελικά για μένα έλεγε.

The grass is greener on the other side που λεν και στο χωριό μου. Προφανώς, διότι πώς αλλιώς εξηγείται το να «ζηλεύει» εμένα η Αλεξάνδρα, που έχει την πιο υπερφανταστική οικογένεια στο γνωστό σύμπαν, όπερ εστί τον Κωνσταντίνο που τον αγάπησα πριν ακόμα τον γνωρίσω μόνο και μόνο επειδή είδα τη φίλη μου τόσο ευτυχισμένη και την ετών πέντε Μελίνα, ένα νεραϊδάκι να το πιεις στο ποτήρι  –και το λέω αυτό εγώ, που έχω γιγαντοαφίσα τον Ηρώδη. Αυτοί οι τρεις είναι η ελπίδα μου για τον κόσμο. Άμα ερχόντουσαν ποτέ εξωγήινοι εισβολείς και ήθελαν να καταστρέψουν τον πλανήτη επειδή η ανθρωπότητα είναι μια μαλακία και μισή, αυτούς τους τρεις θα τους έδειχνα για να καταλάβουν ότι ναι, αυτοί οι χιούμανς είναι στην πλειοψηφία εντελώς μαλάκες αλλά να, υπάρχει ελπίδα –εδώ θα τους πέρναν τα ζουμιά, μουσική υπόκρουση τύπου μπρέιβχαρτ καθώς οι εισβολείς μπαίνουν στα διαστημόπλοια και χάνονται στο διάστημα, η ανθρωπότητα σώθηκε, λονγκ λιβ πλάνετ ερθ, δι εντ. 

Wednesday, July 3, 2013

Πιάσε δυο καραβίδες, σε πάω στις Μαλδίβες




Αναγνώστη φτιάξε μοχίτο, βγες στη βεράντα, κάτσε κάπου αναπαυτικά (όπου βολεύεται ο καθείς), σου ‘χω ταξίδια μακρινά και ονειρεμένα.

Που νομίζω ότι είμαι η Πάρις Χίλτον τα έχουμε ξαναπεί, μην επαναλαμβανόμαστε. Μετά από σχεδόν δύο μήνες ανεργίας και μετά από τα μαθήματα ιστιοπλοΐας, κόντευα να μείνω όπως καταλαβαίνεις ταπί. Οπότε, είχα μια φοβερή έμπνευση: σκέφτηκα ότι μια ζωή την έχουμε, άι μάιτ ας γουέλ εντζόι, κι αφού έτσι κι αλλιώς στο τέλος θα πεινάσουμε, ας πεινάσουμε μια ώρα αρχύτερα –αλλά στο μεταξύ θα έχουμε περάσει καλά.

Οπότε τι έκανα? Αντί να μαζευτώ στο σπίτι μπας και με βγάλουν τα λιγοστά μου ντίρχαμς μέχρι τον Αύγουστο, είπα να κάνω ένα ταξιδάκι ακόμα. Κάθησα στο λαπτόπ, έψαξα κοντινούς προορισμούς, σκέφτηκα πού θα χαλάσω τα περισσότερα λεφτά για να μπορώ μετά να μπινελικώνω τον εαυτό μου που δεν έχω στον ήλιο μοίρα και ήθελα και διακοπές σε εξωτικά νησιά, και η απόφαση επάρθη: επόμενος προορισμός, Μαλδίβες. Και σου ‘χω τώρα φωτορεπορτάζ, κι είπα να στο ανεβάσω γρήγορα, γιατί συντόμως θα μου κόψουνε το ιντερνέτ (δε συγκινήθηκε η Ετισαλάτ από τη ζουά ντε βιβρ διάθεσή μου, σου λέει άμα δεν πέσει το ρευστό θα πέσει μαύρο, κάτι σαν την ΕΡΤ ένα πράγμα, που μου ‘χει μείνει κενό το κανάλι στη δορυφορική αλλά δεν το διαγράφω, η ελπίδα πεθαίνει τελευταία, μετά κι από τις κατσαρίδες).

Monday, June 24, 2013

Άλλος για τη βάρκα μας


 
Επειδής η φτώχια θέλει καλοπέρασης και επειδής ως γνωστόν σε περιόδους ανεργίας μπαίνει η Πάρις Χίλτον μέσα μου και νομίζω ότι είμαι όχι άνεργη και συντόμως άφραγγη, αλλά πλούσια κληρονόμος που καλοπερνάει με τα λεφτά του μπαμπά, αντί να καθήσω στα αυγά μου μέχρι να βρω δουλειά, διότι τους άπορους δεν τους βλέπουν με καλό μάτι στα Αμπού Ντάμπια, αποφάσισα ινστέντ να το ρίξω στη ντόλτσε βίδα -γιατί προφανώς κάποια βίδα μου έχει λασκάρει για να μη συνειδητοποιώ την κατάστασή μου.

Ως πλουσία κληρονόμος, λοιπόν, έπρεπε να βρω κατιτίς να περνάω τον ελεύθερό μου χρόνο, ένα χόμπι βρε αδερφέ. Και τι είδους χόμπι ταιριάζει σε εμάς τους πλουσίους? Ιππασία, γκολφ, ιστιοπλοΐα. Στην ιππασία μας έχει φάει λάχανο η Αθηνούλα (η Ωνάσαινα ντε), για γκολφ είμαι ακόμα τζόβενο (σσ κάτω από πενήντα), οπότε τι μας μένει? Ναι, καλά το μαντέψατε: η ιστιοπλοΐα.

Sunday, May 5, 2013

Γαμιέται ο Δίας παρτ 134





Ναι, καλά καταλάβατε. Εκεί που νόμιζα ότι είχα ηρεμήσει, είχα μπει σε μια σειρά βρε παιδί μου, έκανε το σύμπαν τετραπλό φλίπιτι φλόπιτι και ήρθανε τα πάνω κάτω, τα δεξιά αριστερά, τα πίσω μπρος και ούτω καθεξής σόου του σπικ.

Όλα ξεκίνησαν όταν γεννήθηκα. Όχι, περίμενε αναγνώστη, μη μου κλείσεις την οθόνη στα μούτρα, δεν θα σου περιγράψω όλη μου τη ζωή έως σήμερα, ούτε θα αναλύσω παιδικά τραύματα, ούτε θα θυμηθώ τότε που η δασκάλα μου στο νηπιαγωγείο αρνήθηκε να μου βάλει σφραγίδα φραουλίτσα παρ’ όλο που η ορθογραφία μου ήταν άψογη, επειδή είχα ξεχάσει το τετράδιό μου στο σπίτι (μεγάλη αδικία κυρία Ποπάρα, να τα λέμε αυτά).

Tuesday, April 9, 2013

Η Μαρίνα των βράχων



Εχεις μια γεύση τρικυμίας στα χείλη -Μα πού γύριζες
Ολημερίς τη σκληρή ρέμβη της πέτρας και της θάλασσας
Αετοφόρος άνεμος γύμνωσε τους λόφους.
Γύμνωσε την επιθυμία σου ως το κόκαλο
Κι οι κόρες των ματιών σου πήρανε τη σκυτάλη της Χίμαιρας
Ριγώνοντας μ' αφρό τη θύμηση!
Πού είναι η γνώριμη ανηφοριά του μικρού Σεπτεμβρίου
Στο κοκκινόχωμα όπου έπαιζες θωρώντας προς τα κάτω
Τους βαθιούς κυαμώνες των άλλων κοριτσιών
Τις γωνιές όπου οι φίλες σου άφηναν αγκαλιές τα δυοσμαρίνια

-Μα πού γύριζες
Ολονυχτίς τη σκληρή ρέμβη της πέτρας και της θάλασσας
Σού 'λεγα να μετράς μες στο γδυτό νερί τις φωτεινές του μέρες
Ανάσκελη να χαίρεσαι την αυγή των πραγμάτων
Ή πάλι να γυρνάς κίτρινους κάμπους
Μ' ένα τριφύλλι φως στο στήθος σου ηρωίδα ιάμβου.

Έχεις μια γεύση τρικυμίας στα χείλη
Κι ένα φόρεμα κόκκινο σαν το αίμα
Βαθιά μες στο χρυσάφι του καλοκαιριού
Και τ' άρωμα των γυακίνθων -Μα πού γύριζες

Κατεβαίνοντας προς τους γιαλούς τους κόλπους με τα βότσαλα
Ήταν εκεί ένα κρύο αρμυρό θαλασσόχορτο
Μα πιο βαθιά ένα ανθρώπινο αίσθημα που μάτωνε
Κι άνοιγες μ' έκπληξη τα χέρια σου λέγοντας τ' όνομά του
'Οπου σελάγιζε ο δικός σου ο αστερίας.

'Ακουσε, ο λόγος είναι των στερνών η φρόνηση
Κι ο χρόνος γλύπτης των ανθρώπων παράφορος
Κι ο ήλιος στέκεται από πάνω του θηρίο ελπίδας
Κι εσύ πιο κοντά του σφίγγεις έναν έρωτα
'Εχοντας μια πικρή γεύση τρικυμίας στα χείλη.

Δεν είναι για να λογαριάζεις γαλανή ως το κόκαλο άλλο καλοκαίρι,
Για ν' αλλάξουνε ρέμα τα ποτάμια
Και να σε πάνε πίσω στη μητέρα τους,
Για να ξαναφιλήσεις άλλες κερασιές
'Η για να πας καβάλα στο μαΐστρο.

Στυλωμένη στους βράχους δίχως χτες και αύριο,
Στους κινδύνους των βράχων με τη χτενισιά της θύελλας
Θ' αποχαιρετήσεις το αίνιγμά σου.


Monday, April 1, 2013

Χάπι Μπέρθντεϊ του Μι και ολίγο από Γκανς εντ Ρόουζες




Την Πέμπτη είχα γενέθλια. Αυτό εκ πρώτης ακούγεται χαρμόσυνο, αλλά άμα είσαι ανάποδος άνθρωπος, κάτι που για τους άλλους είναι χαρμόσυνο εσένα μπορεί να σου φέρνει τάσεις αυτοκτονίας (πού να σας πω για τα Χριστούγενα...). Οπότε τις μέρες που οι υπόλοιποι φυσιολογικοί άνθρωποι είναι όλο χαρές και πανηγύρια, εγώ καταφέρνω να θυμηθώ ό,τι πάει στραβά στη ζωή μου –που είμαι μακριά από την οικογένειά μου, που δεν έχω ακόμα παντρευτεί και θα πεθάνω γριά και μόνη και θα βρουν το πτώμα μου μετά από μια βδομάδα μισοφαγωμένο από τις γάτες που φυσικά θα έχω ως γριά και μόνη, που η καριέρα μου πάτωσε κι αντί για Πούλιτζερ πήρα τον πούλο, που δεν μιλάω πια με την πιο παλιά μου φίλη, που δεν έχω όσους φίλους θα ήθελα, που δεν έκανα όσα ταξίδια θα ήθελα,που δεν μ’αγαπάει κανείς,  που δεν έβαλα σιδεράκια στο δημοτικό, που μονίμως δεν έχω λεφτά, που δεν είμαι ξανθιά δίμετρη με πόδι μέχρι τον αυχένα, που, που που...

Ε, μ’αυτά και μ΄αυτά όπως καταλαβαίνετε είχα αρχίσει από τη Δευτέρα να παίρνω την κατιούσα, οπότε την Πέμπτη το πρωί ήμουν πια σε διάθεση να κάνω το χάπι μπερθντεϊ, χάπι ντέθ-ντεϊ. Ακόμα και η τούρτα τιραμισού που είχαν την καλοσύνη να μου φέρουν δύο συνάδελφοι, αντί να με κάνει να χαρώ με μιζέριασε περισσότερο -προφανώς επειδή για μια τόσο σπουδαία προσωπικότητα σαν εμένα έπρεπε να φέρουν τουλάχιστον την μπάντα του δήμου, 42 χανούμισσες να χορεύουν το χορό της κοιλιάς και το σεΐχη να μοιράζει ρόλεξ. Η κατάσταση επιδεινώθηκε όταν ο γενικός διευθυντής της εταιρείας (μισητός, θέλω να πεθάνει σας λέω!) με φώναξε και μου ανακοίνωσε ότι το αγαπημένο μου μπος, ο Πήτερ, παραιτήθηκε οπότε από τούδε και στο εξής, αντ΄αυτού θα δουλεύουμε μαζί. Δηλαδή θα τον τρώω στη μάπα επί καθημερινής βάσης, έχει να πέσει πρήξιμο που δεν φαντάζεστε –άσε που νομίζει ότι είναι και γκόμενος πανάθεμάτονε η μισή σπιθαμή και με κοιτάει και με ύφος και καλά γόη και όλο σκέφτομαι να του πω «συγνώμη μισό λεπτό» και να γυρίσω επί τόπου, να κάνω εμετό και μετά σαν να μην τρέχει τίποτα, να του πω «ναι, συνέχισε τώρα».

Monday, March 18, 2013

Το Κομμωτήριο Του Τρόμου





Αγαπητέ αναγνώστη σήμερα θα σου διηγηθώ την πιο σουρεάλ εμπειρία της ζωής μου, ήτοι τη χθεσινή μου επίσκεψη σε ένα κομμωτήριο –ο θεός να το κάνει. Θα μου πεις, άσε μας κυρά μου, εδώ έχουμε του κόσμου τα προβλήματα, ποιος χέστηκε για τα μαλλιά σου? Και θα έχεις τα δίκια σου, αλλά ας κυκλοφορούσες κι εσύ έξι μήνες το χρόνο σαν το Βαλντεράμα και θα σου έλεγα –οι νεότεροι όπου Βαλντεράμα ας βάλουν την Κριστίνα Αγκιλέρα στη φάση που έμοιαζε με Μπάρμπι-τραβεστί.

Που λες αναγνώστη, ως γνωστόν εδώ είναι έρημος και όπου έρημος ζέστη της κολάσεως και όπου κόλαση υγρασία -απ΄τα καζάνια που βράζουν τους αμαρτωλούς , καταλαβαίνεις. Εμένα τα μαλλάκια μου είναι σπαστά. Ντου δε μαθς τώρα. Υγρασία χαμάμ + σπαστά μαλλιά = βορειοηπειρώτης αρσιβαρίστας σε μπαντ χαιρ ντέι. Και εντάξει, η εμφάνιση δεν είναι το παν και τα σχετικά, αλλά βγαίνω από το σπίτι μοντελάκι και γυρνάω πάλι μοντελάκι – για μπατανόβουρτσες, να με βουτήξεις σε μπογιά να σου κάνω ένα στούκο βενετσιάνο μούρλια.

Monday, February 25, 2013

Τζέημς Μποντ 007: Επιχείρηση Ρόμπα





«Φιλενάδα, φρρρρρρρρ –φυσάει μύτη- γκλπυγμκλ –πνίγει λυγμό- τρέχα, χω-ω-ω-ω-ω-ώρισα»...

Άμα ξεκινάει έτσι το τηλεφώνημα ξέρεις ότι σε περιμένει μάυρη νύχτα. Αλλά τι να κάνεις? Γίνεται να μη στηρίξεις την κολλητή? Πτι γαμώτη, μαύρες διακοπές θα κάνουμε.

Όλα αυτά, για να εξηγούμεθα, μόλις 3-4 εβδομάδες πριν, όταν η Αστέρω είχε τη φαεινή ιδέα να πεταχτεί εις τας Αθήνας να χαλαρώσει λιγάκι. Μα γίνεται χρυσή μου να χαλαρώσεις στην Αθήνα του 2013? Με την κρίση, τους μετανάστες, την ανεργία? Με το κρύο και το πετρέλαιο να κοστίζει ενάμιση νεφρό το λίτρο? Με τους ζαβο-ναζί να παρελαύνουν ανενόχλητοι στους δρόμους της πόλης? Με το Σαμαρά πρωθυπουργό βρε αδερφέ? Αυτό δεν είναι διακοπές, Αρμαγεδδών ιν δε μέικινγκ είναι. Αλλά πού να σκαμπάσει η Αστέρω –άλλωστε άμα σκάμπαζε θα ήταν σε καμιά παραλία σένια να κάνει γουότερσπορτς και να πίνει μοχίτος και όχι στη βλακεία το Άμπου Ντάμπι να μετράει καμήλες.

Wednesday, February 6, 2013

Μεθυσμένη πολιτεία





Ως γνωστόν, το 2012 μου έδωσε μια κλοτσιά στα ψαχνά και με άφησε να αναρωτιέμαι ευλόγως «γουάτ δε φακ» σχεδόν καθ’όλη τη διάρκεια του έτους.

Και η αρχή του 13 δεν φάνηκε ιδιαιτέρως πρόμισινγκ, αφού ο νέος έτος με βρήκε σε ταξί με πακιστανό οδηγό να ακούμε κοράνι στο ραδιόφωνο και γύρω μπαμ-μπουμ τα βεγγαλικά, να σου τρίβουν ρε παιδί μου στη μούρη ότι κάπου αλλού, κάποιοι άλλοι διασκεδάζουν, αγαπιούνται, χορεύουν και γενικώς την περνάνε ζάχαρη την ώρα που σκέφτεσαι αν είναι πολύ σπλατεριά να πηδήξεις από την ταράτσα και μήπως καλύτερα να δοκιμάσεις ένα κοκτέιλ αλκοόλ-χάπια, που είναι και πιο ροκ όπως και να το κάνουμε.

Αμέσως μετά, είχα τόση πολλή δουλειά θανκ γκοντ που ούτε αποτρίχωση δεν προλάβαινα να κάνω και κυκλοφορούσα ωσάν την αρκούδα στο αμμοδαρμένο Άμπου Ντάμπι, αλλά ποιος χέστηκε, λες και θα μου κάνανε τεστ στη γάμπα να δούνε αν τσιμπάει –από γκομενικά τα είπαμε, μην επαναλαμβανόμεθα, σε λίγα χρόνια τρίτο ράφι δεξιά.