Sunday, October 7, 2012

Αϋπνίες



Αν μπήκατε για να γελάσετε, βγείτε οπως είστε. Έχω μαυρίλες. Προειδοποίησα.


Δύο και είκοσι το βράδυ στο Άμπου Ντάμπι. Το πρωί πετάω για Νέα Υόρκη και δεν μπορώ να κλείσω μάτι. Θυμάμαι παλιά, σε κάποια άλλη ζωή, το τελευταίο βράδυ πριν τις διακοπές ένοιωθα πεταλούδες να φτερουγίζουν στο στομάχι μου και ήταν τόση η λαχτάρα μου να ξημερώσει, που δεν μπορούσα να κοιμηθώ με τίποτα.

Όμως τώρα δεν είναι το ίδιο. Οι πεταλούδες έχουν φύγει από καιρό, προς αναζήτηση μάλλον πιο πρόσφορου κλίματος. Κι ο λόγος που με κρατά ξύπνια είναι εντελώς διαφορετικός. Δεν θα έπρεπε να αισθάνομαι ενθουσιασμό? Αφού τόσο μου αρέσουν τα ταξίδια… Κι όμως. Κενό. Προσπαθώ να θυμηθώ την τελευταία φορά που ένιωσα πραγματικά ευτυχισμένη. Δεν μπορώ. Δεν θυμάμαι πότε έφυγαν οι πεταλούδες. Ήρεμη, ναι. Ευχαριστημένη. Ίσως και αισιόδοξη. Όμως όχι ευτυχισμένη.

Είναι τόσα αυτά που με πνίγουν απόψε που ούτε ωραία λόγια δεν μπορώ να βρω. Ωμά συναισθήματα, ωμά και τα λόγια.

Θυμάμαι που έλεγα σε μια παλιά φίλη ότι ώρες ώρες νιώθω σαν να σηκώνω το βάρος του κόσμου στους ώμους μου. Δεν μπορώ να μην βλέπω γύρω μου. Βλέπω τους φτωχούς του κόσμου που ξεσηκώνονται από τα σπίτια τους και αναζητούν την τύχη τους σε χώρες εξωτικές, παράξενες, που ούτε το όνομά τους δεν είχαν ακούσει, για να ταΐσουν τις οικογένειές τους. Και αντί να θεωρούνται ήρωες αντιμετωπίζονται σα σκουπίδια. «Να φύγουν». Και πού να πάνε? Πεθαίνουν από την πείνα στη χώρα τους. «Δεν με νοιάζει. Δεν είναι δικό μου πρόβλημα». Μας έχεις πρήξει με τους μετανάστες, λένε κάποιοι φίλοι μου. Μα δεν μπορώ να καταλάβω. Πώς δεν ματώνει η ψυχή σας όταν βλέπετε ανθρώπους να ψάχνουν στα σκουπίδια για να φάνε? Πώς δεν νοιώθετε αυτή τη μέγγενη να σας συντρίβει την καρδιά όταν βλέπετε ανθρώπους να κοιμούνται στα παγκάκια? Πώς είναι δυνατόν όταν αντικρίζετε αυτό το θέαμα αντί να ντρέπεστε που είστε άνθρωποι να θυμώνετε που σας χαλάνε την αισθητική?

Κάθε φορά που βρίσκομαι στο αεροδρόμιο του Άμπου Ντάμπι βλέπω την ίδια σκηνή να επαναλαμβάνεται, λες και έχει κολλήσει η ταινία. Ένας μαυριδερός άνδρας –διαφορετικός κάθε φορά, όμως ουσιαστικά ο ίδιος- στις αφίξεις, περιμένει. Κοιτάζει με λαχτάρα τον κόσμο που βγαίνει. Πότε πότε, αλλάζει θέση, μήπως έτσι έρθουν πιο γρήγορα αυτοί που περιμένει. Και μετά το πρόσωπό του φωτίζεται από ένα διάπλατο, μισο-σάπιο χαμόγελο. Περνάει ντροπαλά ανάμεσα από τον κόσμο μέχρι που στέκονται μπροστά του. Γονατίζει και αγκαλιάζει ένα, δύο, τρία μωρά. Κλαίει. Σηκώνεται και αγκαλιάζει μια γυναίκα τόσο σφιχτά που νομίζεις ότι θα γίνουν ένα τα κορμιά τους. Στέκονται εκεί για λίγη ώρα χωρίς να μιλάνε, μόνο κοιτάζονται με λατρεία, αγκαλιάζονται και κλαίνε. Και μετά ήσυχα, ντροπαλά, ευτυχισμένα, περπατάνε προς την έξοδο. Είναι οι εργάτες που έρχονται στο Άμπου Ντάμπι από την Ινδία, το Μπαγκλαντές, το Πακιστάν. Δουλεύουν 12 ώρες τη μέρα, εφτά μέρες τη βδομάδα, έντεκα μήνες το χρόνο. Ένα μήνα έχουν άδεια, όμως συχνά δεν καταφέρνουν τα γυρίσουν σπίτια τους γιατί τα εισιτήρια είναι ακριβά. Πίσω στη χώρα τους έχουν γυναίκα και παιδιά –γι’ αυτούς έφυγαν,  για να τους στέλνουν χρήματα να ζήσουν. Προσπαθούν χρόνια να τους φέρουν εδώ, όμως είναι πολύ δύσκολο. Λίγοι τυχεροί, τα καταφέρνουν.

 «Όλοι οι άνθρωποι είναι ίδιοι», λένε διάφοροι προσπαθώντας να αποδείξουν ότι δεν είναι ρατσιστές, με μια διάθεση μεγαλοψυχίας που προκύπτει ακριβώς από το γεγονός ότι νοιώθουν ανώτεροι. Ψέμα. Όσο περισσότερο ταξιδεύω, τόσο συνειδητοποιώ ότι οι άνθρωποι είναι τόσο διαφορετικοί, τόσο ανόμοιοι, τόσο άνισοι, που θα έλεγες ότι είναι από άλλο πλανήτη. Και πώς δηλαδή να είναι ίδιοι ένας καλοαναθρεμμένος Γάλλος, με τη μόρφωση, τη δωρεάν υγεία, την ευρωπαϊκή κουλτούρα και την πολυτέλεια των νευρώσεων δυτικού τύπου, με έναν Πακιστανό που γεννήθηκε στο χώμα, μεγάλωσε σε μια καλύβα χωρίς πάτωμα και τουαλέτα, δεν πήγε ποτέ σχολείο και η μάνα του δεν του χάιδεψε ποτέ τρυφερά το κεφάλι, γιατί όταν πρέπει να ταΐσεις εννιά παιδιά δεν έχεις χρόνο για τρυφερότητες. Ή με έναν Αφρικανό, που θα σε σκοτώσει για να ένα κομμάτι ψωμί, γιατί εκεί που μεγάλωσε το φαγητό δεν έφτανε για όλους, οπότε αν ήσουν δυνατός έτρωγες, αν όχι πέθαινες. Ή με έναν Ιάπωνα που θεωρεί την έκφραση συναισθήματος έλλειψη καλών τρόπων. Ή με έναν Ινδονήσιο που αν αρρωστήσει το παιδί του δεν θα το πάει στο γιατρό, γιατί «αν θέλει ο Θεός θα ζήσει». Ή με έναν πιτσιρικά Αμερικάνο από κάποιο κωλοχώρι του Τέξας που ξεκινάει για το Ιράκ νομίζοντας ότι πάει να σώσει τον κόσμο.

Οι άνθρωποι είναι εντελώς διαφορετικοί. Όμως το ποιοι είναι δεν έχει καμία σχέση με το χρώμα του δέρματός τους. Είναι απλά θέμα συγκυρίας. Τύχη. Αν είσαι τυχερός θα γεννηθείς Νεοϋορκέζος, Γερμανός, Αυστραλός. Έλληνας. Αν είσαι άτυχος θα γεννηθείς λιγότερο άνθρωπος. Και δεν θα αλλάξει ποτέ αυτό, γιατί όλοι νομίζουν ότι δεν είναι δικό τους πρόβλημα.

«Μας έπρηξες με τους μετανάστες». Οk, ας πούμε κάτι άλλο. Όχι, όχι για τους μαλάκες όλου του κόσμου, ούτε για τους Ελληνάρες. Όχι για τους κακομούτσουνους, τους ακαλλιέργητους, τους ζηλόφθονες, τους μνησίκακους, τους κομπλεξικούς. Όχι απόψε.

Ας πούμε για φίλους. Πόσους  φίλους έχω χάσει τα τελευταία χρόνια? Από τους παλιούς μόνο κανα-δυο μου έχουν μείνει. Ατέλειωτα βράδια προσπαθούσα να σκεφτώ τι έκανα λάθος. Τι έκανα κακό. Γιατί όταν σου φεύγουν άνθρωποι, προφανώς εσύ φταις, όχι αυτοί. Μία-μία περίπτωση ίσως να νομίζεις ότι έχεις δίκιο. Ίσως να σου φαίνεται και πασιφανές. Όμως όταν διαπιστώνεις ότι χάνεις έναν, δύο, τρεις ανθρώπους… Κάτι κάνεις λάθος. Φταις.

«Είσαι απόλυτη». «Είσαι απότομη». «Είσαι επιπόλαιη». «Είσαι πολύ δυναμική κι αυτό πνίγει τους άλλους». «Είσαι ανασφαλής». Είσαι, είσαι, είσαι. Όσο και να σκέφτεσαι ότι οι φίλοι στα λένε για το καλό σου, νοιώθεις ελαττωματικός. Πόσο εύκολα κρίνουν μερικοί άνθρωποι… Και κουνάς το κεφάλι καταφατικά, «ναι, είμαι, έχεις δίκιο», και πας σπίτι σου και σκέφτεσαι πόσο σκάρτη είσαι –πώς θα τα διορθώσεις όλα αυτά τα ελαττώματα? Δεν τους λες για τα δικά τους ελαττώματα –για να μην τους στεναχωρήσεις? επειδή έχεις μια ακατάσχετη επιθυμία να ευχαριστείς τους άλλους, να αρέσεις? Δεν ξέρεις. Όμως είσαι σίγουρη ότι γνωρίζουν και αυτοί τα δικά τους στραβά όπως εσύ τα δικά σου και θα τα παραδέχονταν και αυτοί, άλλωστε οι φίλοι δεν υποκρίνονται μεταξύ τους. Μέχρι που από σπόντα, μετά από χρόνια, ανακαλύπτεις ότι όχι, αυτοί δεν έχουν ελαττώματα. Μόνο εσύ.
Φταίει που είσαι ελαττωματική? Ή μήπως φταίει που δεν ξεσκαρτάρισες πιο γρήγορα τους κοντινούς σου ανθρώπους? Μην το παίζεις αθώα, κατά βάθος ήξερες, έβλεπες, αλλά δεν ήθελες να μείνεις μόνη. Τελικά καλύτερα μόνος παρά με κακή παρέα? Μάλλον ναι. Αλλά και η μοναξιά δύσκολη. Τώρα που ξέρεις, τώρα που δεν θα ανεχτείς πάλι τον κάθε μαλάκα να ξερνάει πάνω σου τα κόμπλεξ και τα απωθημένα του, να πατάει πάνω σου για να νοιώσει μάγκας κι εσύ να το επιτρέπεις, έχεις το κουράγιο να βρεις καινούριους φίλους? Ποιος ξέρει.

Δεν αντέχω άλλη κακία. Ούτε προς εμένα ούτε προς τους άλλους. Είναι σαν αυτό το σφηνάκι παραπάνω, ρε παιδί μου. Πίνεις, πίνεις, όλο το βράδυ και είσαι μια χαρά -αλλά φτάνει ένα σημείο που νοιώθεις ότι αν πιεις ένα σφηνάκι παραπάνω θα μετράς τα πατώματα. Έτσι νοιώθω. Ήπια, ήπια κακία τόσα χρόνια και τώρα δεν μπορώ να πιώ άλλο. Οπότε μόνη στη Μέση Ανατολή. Και μετά? Δεν έχω τίποτα. Δεν έχω δουλειά, δεν έχω λεφτά, δεν έχω υποχρεώσεις, δεν έχω μέλλον. Μόνο παρελθόν που με τραβάει πίσω. Θέλω να του δώσω μια κλοτσιά να πάει στον αγύριστο.

Δεν θυμάμαι πώς είναι η ευτυχία. Μου πήρατε τις πεταλούδες μαλάκες. Άντε γαμηθείτε.

6 comments:

VAD said...

Στεκομαι κυριως στο θέμα των μεταναστων,όποιος απο μας δεν εχει ζησει σε χωρα Τριτου Κόσμου, δεν μπορει να σε νιώσει...
Συμφωνώ,προσυπογράφω,υποκλίνομαι και ευχομαι καλές διακοπές:)

Μαίρη (Ginger) said...

O καθενας σταματάει και σε κάτι άλλο. Είνα τελικά σωστή η άποψη ότι 100 άνθρωποι να δουν κατι θα κρατήσουν διαφορετικες αναμνήσεις. Εγώ σταμάτησα εδώ >>> " Αν είσαι τυχερός θα γεννηθείς Νεοϋορκέζος, Γερμανός, Αυστραλός. Έλληνας"

Αλήθεια πιστεύεις ότι είναι ακόμα τύχη να γεννηθεί κανείς Ελληνας? Σε μιά άκρη της γης που όλοι την επιβουλεύονται και που η ράτσα μας μπορεί να βγάλει και χαρακτήρες σαν τους σημερινούς πολιτικούς? Ναι? Εύχομαι να'χεις δίκειο.

Καλό ταξίδι κοριτσάκι. Εύχομαι στον Big Apple κάτι να συμβεί που να σου φτιάξει την διάθεση γιά να νιώσεις καλύτερα. Σε κάθε περίπτωση κοίτα να περάσεις κάποιες όμορφες στιγμές.

Άιναφετς said...

Αχ! Αστέρω μου...ξέρω σε πνίγει το παράπονο... σκέψου όμως τι εσωτερική δύναμη είχες και εξακολουθείς να έχεις για να βρεθείς εκεί που είσαι... δεν σε ανάγκασε κανένας, δική σου επιλογή είναι, δεν σε παρηγορώ, αλλά σου λέω να δεις το πιο σημαντικό πράγμα που έχεις καταφέρει, να είσαι κύριος του εαυτού σου άρα εσωτερικά ελεύθερη...
Δες τα πράγματα αλλιώς...όλα δεν είναι μαύρα, δεν είσαι μόνη έχεις μια σχέση...
Παρακαλώ, μη χαλάσεις το ταξίδι σου στη ΝΥ, τα ταξίδια και οι άνθρωποι που περνούν από τη ζωή γίνονται δάσκαλοι μας!
Νομίζω πως δεν κάνει να επιτρέπουμε στον εαυτό μας να αισθανθεί εσωτερικά μίζερος και να χάσει το χαμόγελο του, είναι κρίμα και αυτό είναι στο χέρι μας.

Καλό ταξίδι και σε φιλώ γλυκά!

Μαίρη (Ginger) said...

Μου λείπεις. Απόδειξη πως ξαναγύρισα να σχολιάσω την ίδια ανάρτηση αφού δεν έχεις μπορέσει ν'ανεβάσεις καινούργια. Εύχομαι να περνάς πολύ πολύ όμορφα στο Big Apple. Φιλιά πολλά.

Heliotypon said...

"'Ολος ο κόσμος είναι μιά Λιλλιπούπολη" έλεγε το τραγούδι από το παλιό καλό "τρίτο" του Χατζηδάκη. Δεν ξέρω γιατί πας NY, αν είναι να μείνεις εκεί ή για ολιγοήμερη επίσκεψη. Σίγουρα η επιλογή που έκανες για τρίτο κόσμο έχει τα αρνητικά της. 'Ισως κάτι σε "δύση" να σου πήγαινε καλλίτερα! Εσύ ξέρεις...

Anonymous said...

Διπλά συγκινητική και ανθρώπινη η ανάρτησή σου Αστέρω,


τόσο αυτά που γράφεις για τις ανισότητες στον κόσμο, όσο και για τα προσωπικά σου βιώματα από φιλίες που χαθήκαν........να σου πώ κάτι; δεν είσαι η μόνη.

Σκέψεις κάπως παρόμοιες με ταλανίζουν και εμένα, η 'Αιναφετς τα ξέρει....βρίσκω όμως πάντα την 'όρεξη' να προχωράω μπροστά, και να βελτιώνω τα κριτήριά μου!!


πολλά φιλιά, αλή δύναμη πάντα
;-)))