
Πριν από έξι μήνες μου έκλεψαν το αυτοκίνητο. Δεν θα επεκταθώ στις λεπτομέρειες του συμβάντος –έτσι κι αλλιώς δεν έχουν σημασία επί της ουσίας. Φυσικά, η εφάμιλλη της CIA ελληνική αστυνομία ήταν πολύ απασχολημένη να κόβει κλήσεις για παρκάρισμα και να κυνηγάει μαύρους που πουλάνε μαϊμού Γκούτσι –οι οποίοι ως γνωστόν ευθύνονται μαζί με τους Πακιστανούς που πουλάνε χαρτομάντιλα στα φανάρια για τη διεθνή οικονομική κρίση- οπότε δεν μπόρεσε να δώσει τη δέουσα σημασία σε ένα τόσο ευτελές περιστατικό. Ομοίως, μερικούς μήνες πριν δεν μπόρεσε –επειδή ήταν απασχολημένη να φυλάει την περιουσία του Μπόμπολα στην Κερατέα- να ασχοληθεί με το γεγονός ότι μέσα σε τρία βράδια είχαν διαρρήξει 21 σπίτια στη γειτονιά μου στο Λαγονήσι. Τρεις μέρες δεν εμφανίστηκε ούτε ένα περιπολικό, έτσι για το θεαθήναι βρε αδερφέ, να τους κεράσουμε ένα φραπέ και να φύγουν -γιατί μόνο αυτό θα μπορούσαν να κάνουν, σιγά μην εξάρθρωναν τα 19χρονα από την Άνω Πετρομαγούλα το κύκλωμα διαρρηκτών. Αλλά ούτε αυτό είναι του παρόντος. Στο συγκεκριμένο ποστ, ο μόνος λόγος για τον οποίο αναφέρομαι στην κλοπή του αυτοκινήτου μου είναι για να κάνω μια ωραιότατη εισαγωγή για το θέμα που θέλω να αναπτύξω. Την απλυσιά.